Μπρεστ-Λιτόφσκ, συνθήκη ειρήνης — Συνθήκη που συνάφθηκε στις 3 Μαρτίου 1918 μεταξύ της Σοβιετικής Ρωσίας και των Κεντρικών Αυτοκρατοριών· ονομάστηκε έτσι από την πόλη Μπρεστ (βλ. λ.), η οποία ονομαζόταν Μπρεστ Λιτόφσκ μέχρι το 1921. Πριν από τη συνθήκη είχε συναφθεί, τον… … Dictionary of Greek
Μπεγκίν, Μεναχέμ — (Μπρεστ Λιτόφσκ Πολωνίας 1913 – 1992). Ισραηλινός πολιτικός. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας. Νεότατος εντάχθηκε στην εθνικιστική σιωνιστική νεολαία Μπετάρ. Κατά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο εκτοπίστηκε στη Σιβηρία (1939), ενώ το 1942… … Dictionary of Greek
Λευκορωσία — Κράτος της βορειοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΑ και Α με τη Ρωσία, Ν με την Ουκρανία, Δ με την Πολωνία και ΒΔ με τη Λιθουανία και τη Λετονία.Η Λ., Mπελαρούς στη γλώσσα των κατοίκων της, είναι μια εύφορη, σχεδόν επίπεδη χώρα, λίγο μικρότερη… … Dictionary of Greek
επανάσταση — Η ριζική μεταβολή μιας ορισμένης τάξης πολιτικών και κοινωνικών πραγμάτων, η οποία, σε γενικές γραμμές, βασίζεται στην υποτιθέμενη ή στην πραγματική θέληση των λαϊκών μαζών και πραγματώνεται οργανωμένα και συνειδητά με μια ενέργεια περισσότερο ή… … Dictionary of Greek
Αθανάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Ταρσού. Μαρτύρησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Βαλεριανού (253 259), γιατί βάφτισε κάποια νέα που ονομαζόταν Ανθούσα. Συνεορτάζουν στις 22 Αυγούστου. 2. Ένας από τους 33 μάρτυρες, που… … Dictionary of Greek
Αρνταχάν — (Ardahan).Πόλη (18.500 κάτ. το 2002) της ανατολικής Τουρκίας στον νομό Καρς, κοντά στα τουρκοαρμενικά σύνορα. Στις 17 Μαΐου 1877 την κατέλαβαν οι Ρώσοι και την προσάρτησαν στην αυτοκρατορία τους. Με τη συνθήκη όμως του Μπρεστ Λιτόβσκ (1918)… … Dictionary of Greek
Αχαρονιάν, Αβέντις (Γκαρίμπ) — (1866 1948). Αρμένιος πολιτικός και λογοτέχνης. Υπήρξε πρωθυπουργός της πρώτης κυβέρνησης του ανεξάρτητου αρμενικού κράτους, που σχηματίστηκε μετά την υπογραφή της συνθήκης του Μπρεστ Λιτόβσκ. Σύμφωνα με αυτή τη συνθήκη, η Αρμενία αποτελούσε,… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Εμβέρ πασάς — (Κωνσταντινούπολη 1881 – Μπαλτζουάν, Μπουχάρα 1922). Τούρκος στρατιωτικός και πολιτικός. Υπήρξε μία από τις εξέχουσες φυσιογνωμίες του κινήματος των Νεoτούρκων. Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή της Κωνσταντινούπολης και το 1903 αποφοίτησε από την… … Dictionary of Greek
Κριλένκο, Νικολάι Βασίλιεβιτς — (Nikolai Vasilyevich Krylenko, 1885 – 1938). Ρώσος στρατηγός και πολιτικός. Κατά την προεπαναστατική διαμάχη μεταξύ των μενσεβίκων και των μπολσεβίκων του Κομουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας, προσχώρησε στους δεύτερους και, μετά το 1917, του… … Dictionary of Greek